Τετάρτη 25 Ιουλίου 2012


Σοβαρά Γεγονότα Ζωής: Διαζύγιο και Προσχολική Ηλικία.


Μαρία Μώρου
Ψυχολόγος  στο ΚΕ.Δ.Δ.Υ Λέσβου
Το διαζύγιο είναι μια απόφαση που έχει επιπτώσεις σε όλα τα μέλη της οικογένειας και όχι μόνο στους συντρόφους.  Είναι το γεγονός ζωής που λαμβάνει τη δεύτερη υψηλότερη θέση πρόκλησης στρες ανάμεσα σε σαράντα τρεις  (43) θεωρητικά τραυματικές καταστάσεις, οι οποίες είναι καταγεγραμμένες στην Κλίμακα Κοινωνικής Αναπροσαρμογής των Holmes και Rahe (1967).  Το ένα τέταρτο των παιδιών που γεννιούνται στη Μεγ. Βρετανία σήμερα είναι πιθανόν να βιώσουν τον χωρισμό των γονιών τους προτού φτάσουν στη σχολική ηλικία (Herbert, 1996).  Είναι λοιπόν ένα από τα πιο συνηθισμένα γεγονότα ζωής που αντιμετωπίζουν τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας.  Οι συνέπειες του είναι ποικίλες: κοινωνικές, συναισθηματικές και οικονομικές.  Η ευημερία του παιδιού θα εξαρτηθεί άμεσα από το αν θα διατηρήσει στενή συναισθηματική επαφή και με τους δύο γονείς καθώς και από την ύπαρξη ενός «δικτύου υποστήριξης» , το οποίο θα βοηθήσει το παιδί κατά την περίοδο που προηγείται και ακολουθεί το διαζύγιο.
Τι συνεπάγεται το διαζύγιο;
Αλλαγές στην καθημερινή ρουτίνα της οικογένειας
Αλλαγές στη σχέση των γονέων
Αλλαγές στη σχέση των παιδιών με τους γονείς
Συχνά η οικογένεια που βρίσκεται σε διαζύγιο αδυνατεί να παρέχει στα μέλη της σταθερό υποστηρικτικό πλαίσιο. Η ανάγκη του παιδιού για στοργή, αγάπη, ασφάλεια καθώς και οι εδραιωμένοι συναισθηματικοί δεσμοί συχνά σπάνε, και τουλάχιστον ένα από τα γονεϊκά πρόσωπα απομακρύνονται (Λαζαρίδου, 1994, Hetherington, 1989).
Τα συναισθήματα που μπορεί να βιώσει το παιδί είναι:
Θυμός απέναντι στους γονείς για το χωρισμό
Απόγνωση
Λύπη
Ντροπή
Σύγχυση
Φόβος εγκατάλειψης
Το παιδί βιώνει κατά κάποιο τρόπο μια κατάσταση πένθους παρόμοια με εκείνη της απώλειας ενός αγαπημένου προσώπου. Τα πράγματα μπορεί να είναι δυσκολότερα εάν υπάρχει μια συνεχής λαχτάρα για επανασύνδεση, η οποία δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί ή όταν υπάρχει μια συνεχής και μακροχρόνια ένταση/διαμάχη ανάμεσα στους γονείς, παρουσία του παιδιού.  Το χειρότερο δυνατό σενάριο είναι μια συνεχής επανάληψη ενός κύκλου χωρισμών και επανασύνδεσης των γονέων, όπου οι ελπίδες του παιδιού «ανάβουν και σβήνουν».  Η’ ακόμα, η απαίτηση των γονέων από το παιδί να «διαλέξει» ανάμεσα τους κατά το διαζύγιο.
ΠΩΣ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΉΣ ΗΛΙΚΑΣ ΑΝΤΙΛΑΜΒΕΤΑΙ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ.
Ο τρόπος με τον οποίο τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας κατανοούν το γεγονός του διαζυγίου και τις αλλαγές που αυτό συνεπάγεται, σχετίζεται άμεσα με τα στάδια της γνωστικής και συναισθηματικής ανάπτυξης που διανύουν σε αυτή την ηλικιακή φάση.  Ενδεικτικά αναφέρονται τα εξής:
Εγωκεντρισμός: Το παιδί παρατηρεί, σχετίζει και ερμηνεύει τα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω του με κύριο άξονα τον εαυτό του και τις πράξεις του.  Συνεπώς είναι πολύ πιθανό να θεωρήσει υπεύθυνο τον εαυτό του για τη διάλυση της υπάρχουσας δομής της οικογένειες. Ως κυρίαρχο στοιχείο στη σκέψη του παιδιού αυτής της ηλικίας, πιθανότατα να δημιουργήσει ενοχικά συναισθήματα, μόλις γίνουν αντιληπτές οι αλλαγές στην οικογενειακή ζωή.  Έτσι, μπορεί να ερμηνεύσει το διαζύγιο ως απόρριψη ή εγκατάλειψη του ίδιου.
Ανάπτυξη βασικής εμπιστοσύνης προς τους άλλους (Erikson 1965): Σε αυτή την ηλικία τα παιδιά μαθαίνουν για την ασφάλεια, αν ο κόσμος είναι ένα καλό και ασφαλές μέρος ή ένας τόπος πόνου ματαίωσης και αβεβαιότητας.  Έχουν ανάγκη να ξέρουν ότι μπορούν να βασίζονται στον εξωτερικό κόσμο.  Κατά τη διάρκεια του διαζυγίου αυτή η αίσθηση αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης βάλλεται.  (γι αυτόν ακριβώς το λόγο είναι σημαντική και η ύπαρξη του  «δικτύου υποστήριξης»)
Άγχος Αποχωρισμού: Οι φόβοι των παιδιών εμφανίζουν ένα σαφές πρότυπο κατά την ανάπτυξη τους. Υπάρχει μία αρκετά προβλέψιμη ακολουθία συμπεριφοράς:
I.            Φάση διαμαρτυρίας. Κυρίως εκδηλώνεται με δάκρια και θυμό. Απαιτείται η επιστροφή του γονέα που αποχώρισε από την οικογενειακή στέγη.
II.           Λανθάνουσα φάση.  Το παιδί φαινομενικά ησυχάζει.  Αλλά είναι εμφανές ότι ακόμη επιθυμεί την επιστροφή αν και οι ελπίδες του έχουν ελαφρώς ξεθωριάσει.
III.            Φάση απόγνωσης.  Η ελπίδα μετατρέπεται σε απόγνωση και έπειτα σε ανανεωμένη ελπίδα.
IV.            Φάση αδιαφορίας. Όταν τελικά το παιδί ξαναδεί τον γονέα μετά από καιρό, παραμένει αδιάφορο στην παρουσία του.  Όταν η φάση αυτή υποχωρήσει τότε το παιδί είναι πιθανόν να εκδηλώσει έντονη προσκόλληση στον γονέα, άγχος και οργή.
Σε καθεμιά από αυτές τις φάσεις τα παιδιά – στην προσπάθειά τους να επεξεργαστούν τα νέα δεδομένα στη ζωή τους- είναι πιθανόν να έχουν εκρήξεις οργής και παρουσιάζουν επεισόδια καταστροφικής συμπεριφοράς (μηχανισμός εκδράματισης). Οι εκρήξεις αυτές εναλλάσσονται με φάσεις άρνησης του γεγονότος του διαζυγίου.  Ο γονέας που τα φροντίζει μπορεί να αντιμετωπίσει συμπεριφορές όπως: φόβο την ώρα του ύπνου, άρνηση από το παιδί να μείνει μόνο του, έστω και για λίγα λεπτά, ταραχή και άγχος κατά την ώρα της αναχώρησης για το σχολείο.
ΠΙΘΑΝΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΖΥΓΙΟΥ
Η εμφάνιση αλλαγών στη συμπεριφορά του παιδιού δε σχετίζεται με το γεγονός του διαζυγίου  καθαυτό αλλά με τις αλλαγές που αυτό συνεπάγεται.  (Shaw et al, 1999)
1.      Ευμετάβλητο συναίσθημα
2.      Ευερεθιστικότητα
3.      Επιθετική διάθεση (συνηθέστερη στα αγόρια)
4.      Συχνά τα νήπια μπορεί να χάσουν γνωστικές ή κοινωνικές δεξιότητες που είχαν κατακτήσει (Heterington, 1989)
5.      Καταθλιπτική διάθεση
6.      Γενικευμένο άγχος
7.      Εμφάνιση φόβων (Λαζαρίδου, 1994)
8.      Συναισθηματική απομόνωση. Το παιδί αποτραβιέται από τη σχολική ζωή, το παιχνίδι, από τους φίλους του και τις ομαδικές δραστηριότητες  στην τάξη.
9.      Υποκατάσταση. Το παιδί ψάχνει να βρει ένα υποκατάστατο του πατέρα ή της μητέρας.
ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ;
Η ανάγκη για σταθερότητα μπορεί σ’ ένα βαθμό να αναπληρωθεί από το σχολείο. Τα παρακάτω μπορεί να βοηθήσουν τον γονέα και να ανακουφίσουν το παιδί, το οποίο νιώθει ευάλωτο και πιθανόν εκδηλώνει παλινδρομήσεις στη συμπεριφορά του εξαιτίας των αλλαγών στην οικογενειακή του ζωή.
1.      Καθημερινές ρουτίνες
2.      Σταθερό πρόγραμμα
3.      Πειθαρχία
4.      Αποφυγή υπερβολών (πχ. υπερπροστασίας)
5.      Παροχή χρόνου προσαρμογής
6.      Θετική ανατροφοδότηση, με στόχο την ενίσχυση της αυτοπεποίθησης του παιδιού, του αισθήματος δηλαδή, ότι μπορεί να τα καταφέρει στο πλαίσιο που διαμορφώνεται.
7.      Εμπλέξτε τους φίλους του εάν απομονώνεται.
8.      Σε ειδικές περιπτώσεις επιτρέψτε του να παρατηρεί εάν δεν επιθυμεί να συμμετέχει.
9. Μιλήστε στο γονέα για τυχόν αλλαγές που παρατηρείτε στη συμπεριφορά του παιδιού στο σχολείο.  Πείτε του ακριβώς τι παρατηρείτε στο παιδί χωρίς να προτείνετε ερμηνείες για τη συμπεριφορά του ή να ρωτάτε «εάν συμβαίνει κάτι στο σπίτι» .  Προσπαθήστε να τον/την κατανοήσετε, να έρθετε στη δική του θέση.
10.  Να είστε διαθέσιμοι στην οικογένεια όταν σας ζητηθεί να παρέμβετε.
11.  Ακούστε το παιδί, αφήστε το να σας εκφράσει τα συναισθήματα του στο βαθμό που κάθε φορά επιθυμεί.
12.  Ρωτήστε το γονείς και το παιδί τι είδους βοήθεια επιθυμούν (εάν σας το ζητήσουν).
13.  Προετοιμαστείτε για συζητήσεις σχετικά με πρακτικά ζητήματα (πχ. ποιος θα παραλαμβάνει το παιδί από το σχολείο).
14.  Ενθαρρύνετε το γονέα να μιλήσει ανοιχτά στο παιδί για το χωρισμό και παράλληλα να ανακοινώσει στο παιδί ότι δεν είναι μόνο ή ότι δεν κινδυνεύει να το εγκαταλείψουν.
15. Συνεργασία με Υποστηρικτικές Υπηρεσίες ( Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο Μυτιλήνης, ΚΕ.Δ.Δ.Υ Λέσβου).

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ
Η εκπαίδευση στην απώλεια ανεξάρτητα από τη μορφή που θα έχει αυτή, μπορεί να γίνει από την προσχολική ηλικία (Bacque, 2004). Με άλλα λόγια, η εμπειρία του διαζυγίου μπορεί να θεωρηθεί ως μια ευκαιρία «εκπαίδευσης» των προσαρμοστικών μηχανισμών του νηπίου απέναντι στα αισθήματα που προκαλεί.  Τόσο για την οικογένεια, όσο και για το σχολικό πλαίσιο αυτός θα μπορούσε να είναι ένας τρόπος «ψυχοεκπαίδευσης», των νηπίων, μία ευκαιρία να μοιραστούν συναισθήματα, να ανιχνεύσουν «δρόμους» για την αντιμετώπιση της θλίψης που ενδεχομένως γεννά ένα διαζύγιο.  Η εμπειρία αυτή θα επιτρέψει στο παιδί να δοκιμάσει τη θλίψη, την ανοχή και το μη αναστρέψιμο του γεγονότος (Σέμκου, Τζιβινίκου και Μαρκοβίτης, 2006).  Η ύπαρξη πολύ καλής σχέσης με τον ένα από τους δύο (ή στην ιδανική περίπτωση και με τους 2) γονείς (Emery, 1982), η ύπαρξη συγγενών, αδελφών, παππούδων και γιαγιάδων ( Gamezy & Masten, 1994), το σταθερό σχολικό πλαίσιο είναι τα βασικά «δίκτυα» υποστήριξης του παιδιού.  Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι τα παιδιά έχουν μια αξιοσημείωτη ικανότητα να προσαρμόζονται και να βρίσκουν τρόπους να επιβιώνουν και να ξεπερνούν τις αντιξοότητες. Τα περισσότερα παιδιά θα προτιμούσαν οι γονείς τους να είναι μαζί και να ζούσαν όλοι μαζί ευτυχισμένοι. Όμως προτιμούν να ζουν με τον ένα γονέα παρά με δύο γονείς σε ένα δυστυχισμένο γάμο και κατ’ επέκταση σε μια δυστυχισμένη οικογένεια.   Ευθύνη τον γονέων αποτελεί να μιλήσουν ανοιχτά στο παιδί, να έχουν μια καλή σχέση μαζί του και να του προσφέρουν ρυθμίσεις για τη φροντίδα και την επικοινωνία τους μαζί του λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τις επιθυμίες του παιδιού.   Τα παιδιά αποτελούν τον καθρέπτη του τρόπου με τον οποίο εμείς οι ίδιοι βλέπουμε τα γεγονότα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Bacque, M.F. (2004).  Πένθος και Υγεία. Άλλοτε και Σήμερα. Το Σοκ της Απώλειας, οι Ψυχολογικές Αντιδράσεις, η Αντιμετώπιση. 2η Έκδοση, Θυμάρι, Αθήνα.
Πηγή. Κ.Ε,Δ.Δ.Υ Λέσβου